12 Σεπτεμβρίου 2015

Το πρόβλημα πολυπλοκότητας της Κίνας


Υπάρχουν πολλά κινούμενα μέρη στην κοπιώδη μετάβαση της Κίνας σε αυτό που οι ηγέτες της αποκαλούν μετριοπαθώς εύρωστη κοινωνία. Οι τεκτονικές αλλαγές συμβαίνουν ταυτόχρονα σε διάφορα μέτωπα – την οικονομία, τις χρηματοπιστωτικές αγορές, τη γεωπολιτική στρατηγική, και την κοινωνική πολιτική. Η τελική δοκιμασία μπορεί κάλλιστα να έγκειται στη διαχείριση της εξαιρετικά σύνθετης αλληλεπίδρασης μεταξύ των εν λόγω εξελίξεων. Μπορεί η ηγεσία της Κίνας να αντεπεξέλθει στην αποστολή αυτή, ή μήπως έχει σηκώσει «πολλά καρπούζια κάτω απ΄ την ίδια μασχάλη»;

Οι περισσότεροι δυτικοί σχολιαστές εξακολουθούν να υπεραπλουστεύουν το ζήτημα αυτό, τοποθετώντας το στα πλαίσια παροιμιακών σεναρίων περί ανώμαλης προσγείωσης της Κίνας, τα οποία έχουν αποδειχθεί άστοχα εδώ και 20 χρόνια. Στον απόηχο της «βουτιάς» του χρηματιστηρίου φέτος το καλοκαίρι και της απρόσμενης υποτίμησης του γιουάν, συμβαίνει και πάλι το ίδιο. Υποψιάζομαι, ωστόσο, ότι οι φόβοι περί ολοκληρωτικής ύφεσης στην Κίνα είναι άκρως υπερβολικοί.

Ενώ δεν θα πρέπει να υποτιμάται το θέμα των βραχυπρόθεσμων προοπτικών της Κίνας, το μακράν μεγαλύτερο ζήτημα είναι η σταθερή πρόοδος της οικονομίας της στο δρόμο προς την αναπροσαρμογή – δηλαδή, μια διαρθρωτική μετατόπιση από την μεταποιητική και κατασκευαστική δραστηριότητα προς τις υπηρεσίες. Το 2014, το μερίδιο των υπηρεσιών στο κινεζικό ΑΕΠ άγγιξε το 48,2%, ξεπερνώντας κατά πολύ το αθροιστικό 42,6% της μεταποίησης και των κατασκευών. Και η διαφορά συνεχίζει να διευρύνεται – η δραστηριότητα των υπηρεσιών αναπτύχθηκε κατά 8,4% σε ετήσια βάση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, ποσοστό μακράν μεγαλύτερο από την ανάπτυξη κατά 6,1% της μεταποίησης και των κατασκευών.

Οι υπηρεσίες είναι υπό πολλές έννοιες οι υποδομές μιας καταναλωτικής κοινωνίας – στην περίπτωση της Κίνας, η παροχή βασικών υπηρεσιών κοινής ωφελείας, επικοινωνιών, καταστημάτων λιανικής πώλησης, υγειονομικής περίθαλψης, και χρηματοδοτήσεων, τα οποία η αναδυόμενη μεσαία τάξη της ζητά όλο και πιο επιτακτικά. Είναι επίσης τομέας υψηλής εργασιακής έντασης: στην Κίνα, οι υπηρεσίες απαιτούν περίπου 30% περισσότερες θέσεις εργασίας ανά μονάδα παραγωγής από ό,τι οι υψηλής κεφαλαιακής έντασης τομείς της μεταποίησης και των κατασκευών.

Εν πολλοίς για το λόγο αυτό, οι τάσεις απασχόλησης στην Κίνα έχουν διατηρηθεί πολύ καλύτερες από ό,τι θα περίμενε κανείς ενώπιον μιας οικονομικής επιβράδυνσης. Η ανάπτυξη της αστικής απασχόλησης διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε κάτι περισσότερο από 13 εκατομμύρια το έτος 2013-14 – αρκετά πάνω από τα δέκα εκατομμύρια που έθεσε ως στόχο η κυβέρνηση. Επιπλέον, τα στοιχεία από τις αρχές του 2015 υποδηλώνουν ότι ο ρυθμός πρόσληψης στις αστικές περιοχές παραμένει κοντά στα εντυπωσιακά ποσοστά των τελευταίων ετών – εικόνα που ελάχιστη σχέση έχει με την εργασιακή δυσφορία που κατά κανόνα συνδέεται με ανώμαλες οικονομικές προσγειώσεις ή υφέσεις.

Οι υπηρεσίες είναι επίσης το συστατικό που καθιστούν τόσο αποτελεσματική τη στρατηγική αστικοποίησης της Κίνας. Σήμερα, το 55% περίπου του πληθυσμού της Κίνας ζει σε πόλεις, σε σύγκριση με λιγότερο από 20% το 1978. Και το ποσοστό θα αυξηθεί σε 65-70% μέσα στα επόμενα 15 χρόνια. Νέες και επεκτεινόμενες πόλεις συντηρούν την ανάπτυξη μέσω απασχόλησης που βασίζεται στις υπηρεσίες, η οποία με τη σειρά της ενισχύει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, τριπλασιάζοντας το κατά κεφαλήν εισόδημα σε σχέση με εκείνο που αποκομίζεται στην ύπαιθρο.

Έτσι, παρ΄ όλη την κλαψούρα περί κινεζικού κραχ, η ταχεία στροφή προς μία οικονομία βασισμένη στις υπηρεσίες μετριάζει τις πιέσεις που υφίσταται η παλαιά μεταποιητική οικονομία. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπογράμμισε το ίδιο συμπέρασμα στην πρόσφατη διαβούλευσή του επί του άρθρου IV με την Κίνα, σημειώνοντας ότι το εργασιακό εισόδημα διευρύνεται πλέον ως ποσοστό του ΑΕΠ, και ότι η κατανάλωση συνέβαλε λίγο περισσότερο από ό,τι οι επενδύσεις στην αύξηση του ΑΕΠ το 2014. Μπορεί να μοιάζει οριακή πρόοδος, αλλά στην πραγματικότητα είναι αρκετά γρήγορη σε σχέση με τον κατά κανόνα παγετώνειο ρυθμό της διαρθρωτικής αλλαγής – διαδικασία που ξεκίνησε στην Κίνα μόλις το 2011 με την ψήφιση του 12ου πενταετούς σχεδίου.

Δυστυχώς, υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα. Ενώ η πρόοδος ως προς την οικονομική επανεξισορρόπηση είναι ενθαρρυντική, η Κίνα έχει αναλάβει πολύ περισσότερα: ταυτόχρονα σχέδια για τον εκσυγχρονισμό του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τη νομισματική μεταρρύθμιση, και την αντιμετώπιση των υπερβολών στις αγορές μετοχών, χρέους και ακινήτων. Εν τω μεταξύ, οι αρχές επιδιώκουν επίσης και μια επιθετική εκστρατεία κατά της διαφθοράς, μια πιο δυναμική εξωτερική πολιτική, και μια εθνικιστική αναβίωση διατυπωμένη σε όρους «κινεζικού ονείρου».

Η αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των πολλαπλών στόχων μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα κοπιώδης. Για παράδειγμα, ο συνδυασμός της απομόχλευσης και του σκασίματος της φούσκας των μετοχών θα μπορούσε να δημιουργήσει μια αυτοτροφοδοτούμενη καθοδική δίνη στην παλαιά μεταποιητική οικονομία που θα κλονίσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και θα αντισταθμίσει τον αναδυόμενο δυναμισμό της νέας οικονομίας των υπηρεσιών. Ομοίως, οι στρατιωτικές περιπέτειες στη Νότια Σινική Θάλασσα θα μπορούσαν να βλάψουν τους δεσμούς της Κίνας με τον υπόλοιπο κόσμο, πολύ πριν μπορέσει να βασίζεται στην εγχώρια ζήτηση για την οικονομική ανάπτυξη.

Η ειρωνεία είναι πως τα «καρπούζια» της Κίνας ενδέχεται να αποδειχθούν ακόμα πιο δυσβάσταχτα για τις αρχές της χώρας σε ένα σύστημα βασισμένο στην αγορά και προσανατολισμένο στον καταναλωτή. Παγιδευμένη στη μετάβαση από το αυστηρά ελεγχόμενο, κρατικά κατευθυνόμενο μοντέλο της Κίνας, η κυβέρνηση μοιάζει να αντιφάσκει – για παράδειγμα, υπογραμμίζει την αποφασιστική στροφή προς τις αγορές, και στη συνέχεια παρεμβαίνει επιθετικά όταν κατακρημνίζονται οι τιμές των μετοχών. Ομοίως, ασπάζεται ένα συναλλαγματικό καθεστώς βασισμένο περισσότερο  στην αγορά, ενώ συγχρόνως ωθεί το γιουάν χαμηλότερα.

Αν έλθει να προστεθεί σε αυτά και η διακοπτόμενη δέσμευση για μεταρρύθμιση των κρατικών επιχειρήσεων, η Κίνα θα μπορούσε κατά λάθος να βρεθεί βυθισμένη σε κάτι ανάλογο με αυτό που Μιν-σιν Πέι καιρό τώρα ονομάζει «παγιδευμένη μετάβαση», στην οποία η στρατηγική οικονομικής μεταρρύθμισης παρεμποδίζεται από την έλλειψη πολιτικής βούλησης σε ένα μονοκομματικό κράτος.

Υπό την ηγεσία του Προέδρου Σι Τζιν-πινγκ, δεν υπάρχει καμία έλλειψη πολιτικής βούλησης στη σημερινή Κίνα. Η πρόκληση είναι να δοθεί προτεραιότητα σ΄ αυτή τη βούληση κατά τρόπο τέτοιο που η Κίνα να διατηρείται σε τροχιά μεταρρυθμίσεων και επανεξισορρόπησης. Οποιαδήποτε οπισθοδρόμηση σ΄ αυτά τα μέτωπα θα οδηγούσε την Κίνα σε μία παγίδα σαν κι αυτήν που καιρό τώρα ο Πέι φοβάται πως είναι αναπόφευκτη.

Η οικονομική ανάπτυξη υπήρξε πάντα μια φοβερή πρόκληση. Όπως υπογραμμίζουν οι προειδοποιήσεις περί «παγίδας μεσαίου εισοδήματος», η ιστορία είναι γεμάτη με περισσότερες αποτυχίες από ό,τι επιτυχίες σε ό,τι αφορά στην υπέρβαση πέρα από το επίπεδο κατά κεφαλήν εισοδήματος που έχει επιτύχει η Κίνα. Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Κίνα είναι να προσπαθεί να ισορροπήσει παρά πολλά στο κεφάλι μιας καρφίτσας. Οι ηγέτες της πρέπει να απλουστεύσουν και να αποσαφηνίσουν μια ατζέντα που κινδυνεύει να γίνει υπερβολικά πολύπλοκη στη διαχείρισή της.



* Ο Stephen S. Roach, πρώην πρόεδρος της Morgan Stanley Asia και επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρείας, είναι ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων Τζάκσον, στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, και λέκτορας στη Σχολή Διοίκησης του Yale. Είναι συγγραφέας του νέου βιβλίου� Unbalanced: The Codependency of America and China (Ανισομερής: Η Συνεξάρτηση της Αμερικής και της Κίνας).

Twitter Facebook Favorites More

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ

Twitter Facebook Favorites More